Χρόνο Γραφήματα του Μιχάλη Ε. Μακριμανωλη * Το Ψάρεψα *

Written by on 08/07/2021

73 Views

ΤΟ ΨΑΡΕΜ ΤΟΥ ΣΚΑΡΟΥ
Έν μας εκανού οι πετεινοί , έχομε και τους γάρους…
Ρέ σύ , άπιτσος – σκουτούι είναι όξω , θα μας φάσι οι Aναράες…
Τυρέα φέρνει ; Αν φοάσαι , γιάαινε να κουλουκιάσεις… Εμώνω τά παγούρια και φεύγκω…Αν θέλεις ακλούθα , ειδ’ άλλως βουάνου…
Εν τάξει , εν τάξει …Πού τον ήαλε η Μάνα τον τουβρά απού κυέρνησε οψέ ;
Στο παγκοχάλι κρέμεται…
Ένα μολύι είναι …Τάν επήλωσε μέσα πάλι… Κουλλούρες , αγριλλούς , κρομμύ , μνιά μπούστα καβρουμά…ντομάτες , πιπεριές , αγγούρια , ρόκκα… Ά ρέ Μάνα , λές και πάμε στη Σαρία…
Πιάσε σύ τά παγούρια και φέρε μου τον τουβρά…Την καντζίκα σου την κραείς ;
Κραώ τη και αυτή και το πατελλιοβγκάρτη . Θα άλομε από τον Κάττη ;
Όχι γιατί θα πομουρίσομε και θα σπάσομε τους λίχνους μας…
Εσηκώθητε παιάκια μου…έν κάεστε ανεπαμένα νά ξεκουριαστείτε στιά τωρά απού έν έχετε πελάες , μόνο σκοτώνετε τά ποχερά σας…
Γιάαινε καλέ να ξαπλώσεις και μην γνοιάντζεσαι…μέχρι το μεσημέρι θα υρίσομε…
Αν βάλετε από το Νάκρος , πάρετε του’ τοά το καλαθάκι με τά σύκα της Καλλίτσας του Παπα-λιό…
Τέτοια ώρα , θα κοιμάται καλέ η υναίκα…Άεις το και…
Απ’ όξω στην αυλή θα’ ναι κα’ι’σμένη και θα ξανεί όξω το πέλαος…βάλλω στοίχημα…
Έχει ένα κλειόεμα στο χέρι του καλαθίου … Κρεμμάσετέ το στη πόρτα να το’ βρει ωσά σηκωθεί… Καλοστρατιά , να προσέχετε και να υρίσετε γλήορα να μην γνοιάντζομαι…
Σού’ πα μέχρι το καφαρτί ,θα υρίσομε… Γιάαινε τώρα να ξαπλώσεις…
Μην ΄τον ακούεις καλέ Μάνα… Άνοιξε την τηλεόραση να είς κανένα <<σφάνταμα…>>
Φεύγκω …
Ανέμενε βρέ , ανέμενε …όλο κόφτεις…
Κάτω στον ποταμό ακούτε εμιλίες…Τι φλάρο , έν κοιμούται μήε ένα Πατερ Ημών…
Ο Αρμενάς του τατά του Χαρκιά << λωνεύγκει…>> και το σπίτι του ξαέρφου του Χαψή ξάφτει…Ογιά είναι ο ξάερφος ;
Αφού θωρείς…
Πρίν ανεφάνομε , βάλλεις στοίχημα πώς η Καλλίτσα θα κάεται στην όξω βάντα του καντουνίου πάνω σ’ ένα σελλί ;
Σάλευγκε και μήν είναι η ουλειά σου να άλλεις στοιχήματα…
Καλημέρα Καλλίτσα !!!
Καλώς τους , καλώς τους !!! Πού πάτε πάλι αυγκοσηκωμένοι… Γιάε τον Μιχαλή ντζουλούφι…
Η Μάνα μάς ήωκε τουτο ά το καλάθάκι με τά σύκα να σού το φέρομε… απού σού ρέσου λέει τά Χαρκίτικα…
Να ναι καλά η Μάνα σας παιά μου , να ναι καλά… Κάθε λίο και λιάκι με ‘νεμνιάντζει και μού ποάλλει αντιά …έν με΄ ποξεχάνει καθέλου…Εγιώ έν έχω τίποτε να της βίω…
Καλλίτσα έν θέλομε τίποτε…Η Σοφία τά γράφει ;
Καλά λέει πώς είναι εά παιά μου , καλά είναι…
Για δώ έν λέει πότε θα’ ρτει ;
Τις άλλες απού μιλήσαμε στο τελέφωνο , της τά’ που και έν μού’ πε τίποτε…
Πόσα παιία έχει τώρα;
Δυό παιία έχει παιί μου , δυό…Την Πόπη και τον Βασιλή ….
Ωσά ξαναμιλήσετε να της βώκεις πολλά χαιρετίσματα απ’ όλους μας…
Να της τά πώ θέλω , να της τά πώ…Και κείνη σας θυμάται και σας ααπά όλους…πλιό πολύ ααπά την φιλενάδα της…
Την Μαρία , ξέω τα … Ωσάν ήτο ογιά εκάμνα παρέα κάθε μέρα…
Όλα τά θυμάσαι καλό μου , όλα…
Μόνο τους καλούς Αθθρώπους θυμούμαι … Λοιπόν , φάε τά σύκα , έχει και μερικά κουνελλά’ι’κα από την Αχορντέα… Ο Αννής εγιάει οψέ και τά’ φερε…
Αλήθεια λέει Αννή ;
Αλήθεια λέει…Οψέ εγιάεικα κι ‘κοψα δυό καλάθια γιατί’ χε λιχνισμένα η Μάνα στόν Αμπελωτό…
Καλοφαωμένα παιά μου και ν’ αγιάσου τά κοκκαλά αυτών απού τά θυτεύγκα…
Τών ήωκες την πλιό καλή ευκή…
Εσάς αφέντης σας τά λέει ; Πότε λέει να νεφάνει ;
Καλά λέει πώς είναι , καλά… Κάθε μέρα λέει ουλειά… Μάς γράφει πώς επεθύμησε λέει το δροσάερο του Θριασίου…
Έ τον Μανωλή το καλό παιί…… Εκειά ‘ το μαθημένος… Πού εννηθεί στη φυλιακή…
Εμάς ο ε’ι’κός μας τόπος είναι Παράδεισος…Ξέεις τώρα γιατί να ήρταμε απ’ ογιά ;
Ήρταμε να σού φέρομε τά σύκα αμμ’ ήρταμε και για ένα άλλο λόο…
Τά είναι ο άλλος λόος ; Και τάν εσκέφτει πάλι ο Μιχαλής…
Πάμε ογιά ‘ποκάτω να ρίξομε κανένα αρμί , να πιάσομε κανένα σκάρο σήμερο απού’ ναι μπονάτσα…
Να πάτε ά , να πάτε…
Ήρταμε λοιπόν από για γιατί ΄σαι καλή ‘υναίκα και μας ααπάς…Την άλλη φορέα απού’ ρτα μού ευκήθηκες κ’ ήπιασα κοντά πέντε κιλά…
Λόαντζε μην ήτο δέκα…Γιάε το Χαψή…Ο Αννής είναι ο Χαψής , έν είσαι σου…
Αλήθεια σού λέω…κι ύστερα είαλα από για να σού ώκω δυό τρία κάι μούπασι πώς εγιάεις λέει στα Πηάγια…
Πότε ήτο καλέ αυτά ; Έν εθθυμούμαι τίποτε…
Εγιώ θυμούμαι… Λοιπόν πάμε και στο γυρισμό , θα περάσομε να σού όκωμε δυό τρία σκαράκια μόνο να μας ανεμένεις… Μην φύεις πάλι …
Γιααίνετε ά , γιααίνετε…Ο Ήλιος έν εσηκώθει ακόμη… Ως τά να σηκωθεί , θέ να πιάσετε πάλι δεκαπέντε κιλά…
Θαρείς πώς σε περιπαίντζω…Αλήθεια σού τά λέω και τώρα πού θέ να κατηφόρίντζομε να μας τά ώκεις με τά δυό , για να πιάσομε είκοσι !!!
Έλα βρέ κι άεις την γυναίκα μην την πειράντζεις πρωί πρωί… Καλλίτσα αν πιάσομε θα περάσω εγιώ …
Από το ντζιοπάτι να μην αποουκλωθείτε… Εάλετε ασκόνταφο ;
Ασκόνταφο ; Κά’ι’σε να ώ αν είναι ακόμη μέσα στο καλίκι μου… Ά ογιά είναι , να ει τον… Αννή , είαλά σου και σένα …
Ρέ , αυτός εά είναι κι ήλεα και γιώ τι φλάρο είν απού με κόβγκει τόσο καιρό…
Σάλευγκε και ξάνοιε ομπρός σου… Ρέ πώς μιλείς έτσιά στην γυναίκα…
Χωρατεύγκω της , χωρατεύγκω της… αλλά για την άλλη φορέα είναι αλήθεια…Είχε ένα παλιόκαιρο εκείνη την μέρα και κατέαινα με μισή καρντιά… Επέρασα όμως από γιά , μού ευκήθηκε και σε μισή ώρα εέμωσα σκάρους τον τριχαρένο τουβρά…
Στην Αθήνα ήμου και πήρα τηλέφωνο και μού τά’ πε η Μάνα…Τι δόλωμα ήαλες , πατελλία ;
Όχι ασκά’ι’… Πατελλίες ήαλα και δυό τρία καουράκια απού’ πιασα… Τους δυό μεάλους τους ήπιασα με το μονοκάουρo…
Να πάμε προς Εξανέμου ή …
Εξανέμου , Εξανέμου… Να περάσομε ν’ άψομε και τον Άη- Νικόλα πρώτα…
Λοιπόν πρίν αποσόσομε σού το λέω… Αν δεν τσιμπού να ααντζάρωμε ίσα μέσα…Μην κα’ί’σεις πάλι σ’ένα στέμα όλη την ημέρα και μού σπάσεις τά νεύρα…
Κάμε εσού ότι θέλεις και στο τέλος θα ούμε ποιος θα πιάσει τους πλιό πολλούς…
Θυμάσαι στην Νάκκα όταν ήμεθα μικροί ; Ήπιανες εσού δεκαπέντε κι ήπιανα και γιώ τρείς και ντζυγίντζα το ίδιο…
Το ίδιο εντζυγίντζα γιατί εποάρενες πάνω στην ντζυγαριά… Αυτά τά θυμάσαι ;
Πάντως ο σκάρος πού’ πιασες στην Βουλά της Χοχλακίας , δεν έχει ανεκατεμό με κανένα … 3,730 ήτο…
2, 730 ήτο…τά θυμούμαι…
Πώς κάμνεις έτσιά μ’ ένα αριθμό παραπάνω… Το 373 είναι πιο ευκολοθύμητο…
Και 1000 γραμμάρια παραπάνω…
Λοιπό , ογιά θα κα’ί’σεις ;
Ογιά θα κα’ί’σω…
Έχεις σκοπό ν’ά σάξεις καθέλου , δεξιά για ντζερβά ; Στα ντζερβά σου έχει ένα ρουτσούνι , να μην γενείς λούτανο σαν και την άλλη φορέα…
Και κα’ι’στοί να’ μεθα κόφτομε τσουρί… Ξέεις με πόσα μίλια κόφτει η γή ;
… Θα πάω ίσα μέσα μην εύρω και κανένα κάουρα…
Να μην σε χάσω… Τράβα και καμνιά σφυρέα πότε πότε …
Όχι γιατί θα φοούται τά ψάρια και έν θα σιμώννου…
Ακόμη ογιά είσαι ; Τρείς ώρες λείπω κι απ’ ότι θωρώ έν ίσαξες μηε μνιά πιθαμή…
Ήπιασες τίποτε ;
Ήπιασα ένα θερίο , πρέπει να’ το 3,5 κιλά και μού ξέφυε… Μετά πιάνω άλλο ένα ίσα με 2,5 και τσερβέλλισε μόλις το ξεθαλάτσοσα… Τά με ξανείς έτσια ά , γέ με πιστεύγκεις ;
Πόσοι έν σού ξεκόψα ;
Εφτά γιάμικρους ήπιασα …Εσένα πού’ ναι οι ε’ι’κοί σου , έν θωρώ μήε λέπι…
Εγιώ τους έχω ντζωντανούς… Ξάνοιξε ογιά από πάνω τον αρό…
Ένας , δύο , τρείς ….δεκαεφτά… Τι εφτά , τι δεκαεφά…
Όλοι όμως ήρτασι και μ’ ήβρα… Έν εγιάηκα μέχρι την Βρουκούντα να τους γυρεύγκω…
Ιψάς ; Να ‘νεουλιάντζομε γιατί σε δυό τρείς Πάτερ Ημούς , θα ενεί πυρολί…
Αστάς το ψαράκι ; Αν το αστάς , πέταξε το ανοιχτά… Θωρώ ένα Λούτσο και κάμνει πέρα πόε…
Λούτσο , σιγά το ψάρι…
Εξέχασες τις σούπες στην Αλιμούντα ; Αν το κραείς πέταξέ το ανοιχτά…
Άτε να μην σού χαλάσω το χατήρι…
Κατάταρε , και μόλις βουλίσει δυό τρία μέτρα , τράβα το εγλήωρα…
Ξέω , ξέω … Ωωωω….Τί στο … αγάνταρέ με γιατί θα με θαλατσώσει…
Ρέ πόσες φορές σού’ πα να μην γέννεις το αρμί στο χέρι σου…Καμνιά ώρα θα μουντάρει κανένας τόνος και μετά από μνιά εβντομά θα θωρούμε φωκιές στην Αστακία…
Φέρε τον σιμά στο πέταλο να πιάσω την απόχη…
Ποια απόχη …Χωρεί τον ; Ξανοιέ τον καύκαλο…
Τι θερίο είναι αυτό … Πάω στοίχημα πώς η Καλλίτσα μας τά’ οκε και με τά δυό της χέρια …
Ευτυχώς απού κράεις το ψαράκι μαντζί σου…
Πώ , πώ !!! Πρέπει να’ ναι …
Μην το πείς …Πάνω από τέτσαρα κιλά δεν είναι…
Και γιώ τόσα θα’ λεα…Τέτσαρα με δέκα…
Μάντζευγέ τα να γιααίνομε…
Θα άλομε από τον Κάττη;
Ποιόν Κάττη ρέ …ξάχασες την Καλλίτσα ;
Έν την εξέχασα…Πάμε πρώτα από το σπίτι…
Πάμε γιατί θα νεμένει η υναίκα… Βρέ εσού’ σιρώνεις , πώς ίδρωσες έτσι ά ;
Εξέχασα να σού πώ πώς εμάεψα και έμμιτί αλάτσι…
Είχες μπουρντί ;
Μού τόοκε η Μάνα την ώρα απού φεύγκαμε… Εκράου και το κουτάλι ευτυχώς…
Νά το πάνω στη βουλά…
Βρέ σύ , αυτή είναι ολόκληρη πλευρέα !!!
Ένα αρό ήβρα αμμ’ ήξιντζε για δέκα… Ολοπάστρικο , ξάνοιέ το…
Η πάννερη ντζάντα , τάν έχει μέσα;
Τάν έχει ά μάφε… Εμάεψα και μερικές πατελλίες …και δυό τρία καουράκια…
Ένα ένα μού τά λέεις… Έλα να ώ… Ωωωω !!! Τι κάουρας είναι αυτός !!! Ξάνοιε , η δαγκάνα του είναι σαν τον βάχτυλά μου…
Αν σού τά’ λεα εγιώ , θα μού λεες πάλι πώς τά φουσκώννω…
Πώς τον ‘ηπιασες …έν θωρώ μαχαιρέα πάνω του…
Ελιάντζετο πάνω στο πέταλο , και γιάηκα άσαχτ- άσαχτα , τον εγράπωσα από τις δαγκάνες και εία κι ήπαθα να τον καταφέρω …Μετά τον εποούριασα και τά να κάμει μού κλούθα κι ήρταμε σαλαμέττι…
Άλλη φορέα να κραείς κι ένα μικρό τσαμπάλλι να του το κρεμμάσεις… Λοιπόν , έλα να νεμπουκιστούμε και να νεουλιάσομε… Σαν γάαροι θα φουρτωθούμε πάλι…
………………………
Καλλίτσα , έ Καλλίτσα !!!
Μην φων΄ντζεις βρέ …Μπορεί να’ ναι ξαπλωμένη η υναίκα…
Ογιά ‘ μαι παιά μου , ογιά μια…Τάν εκάμετε ;
Τάν εκάμαμε ; Έ σου’λεα πώς θα πιάναμε δέκα ; Φαίνεται πώς μας τά’ ωκες και με τά δυό…
Ρέ , άεις την γυναίκα ήσυχη… Καλλίτσα φέρε ένα καυκί κι ένα μαχαίρι…
Έ σού ‘πα πώς κραώ την καντζίκα ;
Κράει να κόψομε ένα κομμάτι Λούτσο να τον κάνει η υναίκα σούπα… Δυό τρία σκαράκια , δυό φουχτές αλάτσι και μνιά φουχτέα πατελλίες…
Να’ στε καλά παιά μου , να ‘στε καλά… Θυμούμαι και τα’ αφέντη σας…Ωσάν ήμεθα τον Μάη στο Κοίλιος και κάετο πάνω στο μετόχι…στο Μιτάτο…
Στο Θριασί…
Ειναί , κάθε βολά απού ‘ένα κατέει στο γιαλό , ήαλλε από το σπίτι και μας ήβιε και κείνος Θαλατσινά …Με το καλό να τον δεχτείτε παιά μου , με το καλό… Ευκές πολλές και στην Μάνα σας… Εμ μου λέετε, γιατίνα έν κα’ί’ντζετε έμμιτί , κα’ί’σετε μνιά στάξη , να ξελουφάξετε… Να σας βάλω μνιά βανίλια ;
Ένα ουζάκι πιο καλά…
Γιάε τον Μιχαλή , γιάε τον Μιχαλή…
Πάμε γιατί θα γνοιάζεται η Μάνα… Γειά σου Καλλίτσα …
Καλό μεσημέρι Καλλίτσα και να μην ξεχάσεις τά χαιρετίσματα στην Σοφία…
Να πάτε στο καλό παιά μου , να πάτε στο καλό… Ευκές πολλές στην Μάνα σας και στον αφέντη σας . Τά κάμνει καλέ η Λαλλά σας και ξεχάνω να σας τά πώ…
Καλά είναι , στην Ρώ μαντζί με την θεία την Μαγκαφούλα…
Άς είναι καλά η Λαλά σας παιά μου κι ας είναι και στην ξενικιά… Ήφυε κι αυτή η ‘υναίκα από τον τόπο… Ωσάν της εμιλήσετε , να της πείτε πώς γε της εξεχάννω ποτέ … Και να της βώκετε πολλές ευκές κι από μένα.. Ωσά είμεθθα στο Κοίλιος εθθώχταμε όλοι μαντζί σε μνιά Άλωνα…ένα τσουκάλι εστένναμε… ποτέ έν’ εμοιριάσαμε μνιά κακή κουβέντα…
Να’ σαι καλά Καλλίτσα , κι ωσάν ξαναπάμε ψάρεμα , από ογιά θα περάσομε…
Πάρε αυτά και όκε τά μισά στον ξάερφο τον Χαψή και τ’ άλλα στον τατά τον Χαρκιά… Δυό τρία σκαράκια , δυό φουχτές αλάτσι και πέντε έξε πατελλίες … Και μην στέσεις κουβέντα … Είσαι άξιος να’ ρτεις τά μεσάνυχτα…
………………………………………………………………….
Γειά σου Μάνα !!!
Ήρτετε παιάκια μου… Τώρα είχα ά σκοπό να πώ του Κουλιού να νεφάνει να εί πού’ στε…
Πάλι εγνοιάντζουσου ; Αφού είμεθα κι οι δυό μαντζί…
Αργκεί παιάκια μου το κακό , αργκεί ;
Κατέασε τώρα την μουντζούρα να άλομε τά ψάρια…
Τόσα πολλά επιάσετε ;
Χώρια εκείνα που όκαμε…
Πού τά ώκετε πάλι ;
Μην ακούεις καλέ , δυό τρία εώκαμε στον ξάερφο τον Χαψή , στον τατά τον Χαρκιά και στην Καλλίτσα του Παπά – Λιό…
Καλά κάμετε παιάκια μου , καλά κάμετε… αρντινιασμένους σας είχα;
Αρντινιασμένους έν μας είχες , εσού όμως μας έχεις ‘εννημένους κι ανεθθρεμμένους…
Εμάεψε κι ο Αννής αλάτσι , πατελλίες και δυό τρία καουράκια…
Μην ακούεις καλέ , όλα αυτά , τά βρε αυτός…
Πού’ ναι τ’ αλάτσι… Τά είν καλά μου παιία τούτη ά η πλευρεούκα … Ο ποίος την εσήκωνε ;
Ό ποίος είναι ο Ηρακλής της οικογένειας ; Ο Αννής ενεούστηξε το αλάτσι , το τουβρά , τά ψάρια και τις πατελλίες…
Εσού , τά εκράεις ;
Εγιώ εκαλλήκεψα τον κάουρα κι ήρταμε απάνω , γιατί’ ήμου κουριασμένος…
Άλλος επήρε τ’ όνομα , κι άλλος τις χάρες… Φέρε μωρή Κουλιό ένα σεντόνι να λιάσομε τ’ αλάτσι …
Να μην ξεχάσω… Όλοι ποάλου χαιρετίσματα…Κι ο Τατάς κι η Νανά κι ο ξάερφος !!!
Η Καλλίτσα σου ποάλλει ουμάρια ευκές και πολλά ευκαριστώ και για τά σύκα… Μάς ερώτα και για τον Πατέρα και για την Λαλλά… Μας ήωκε και την πλιό καλή ευκή…
<< Ν’ αγιάσου λέει τά κόκκαλα , αυτών απού τά θυτεύγκα…>> ΄

*Στις ΙΕΡΕΣ μνήμες …
**Αναδημοσίευση από την εφημερίδα μας , “Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΟΛΥΜΠΟΥ ” αρ. Φυλλ.
*** Με πατριωτικούς χαιρετισμούς στούς Ανεμοεσσίτες όλης της γής , όπου κι αν βρίσκονται…
**** Φωτο: Ι.ΕΜ.ΜΑΚΡΥΜΑΝΩΛΗΣ


Reader's opinions

Leave a Reply


Current track

Title

Artist